.comment-link {margin-left:.6em;}

8.11.06

 

La Muerte y La Brujula

"Οι ήρωες γιατί δεν είναι Έλληνες; Γιατί η υπόθεση διαδραματίζεται -- για άλλη μια φορά σε βιβλίο σου -- στο εξωτερικό;"
"Γιατί έτσι."
[Από συνέντευξη της Σ. Τριανταφύλλου στον Φιλελεύθερο της περασμένης Κυριακής]

"Γιατί έτσι". Έτσι απαντάνε τα πεισματάρικα παιδιά. Η απάντηση φυσικά δε φανερώνει τίποτα κι αφήνει το πεδίο ελεύθερο για εικασίες.

Ας πούμε πως θέλεις να γράψεις για την ανθρώπινη κατάσταση. Ας πούμε πως θέλεις να γράψεις για τη ζωή στην πόλη. Ας πούμε πως σε απασχολούν τα προβλήματα του κόσμου και του ανθρώπου: η ελευθερία, το όνειρο, ο έρωτας, η εξουσία, ο πόνος κι ο θάνατος, η μοναξιά, η σύγκρουση του ανιμισμού με τον θετικισμό (ή κάποιων από όσα βρίσκονται ανάμεσά τους), η σχέση της παράδοσης με το καινούργιο, η θρησκεία και η συμβατική ηθική απέναντι στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και στον έρωτα, το ταξίδι κι ο δρόμος, η τεχνολογία, το περιβάλλον, οι ιδεολογίες -- όποια είναι τα θέματα του σύγχρονου μυθιστορήματος τέλος πάντων. Πώς να τα τοποθετήσεις στην Ελλάδα; Πώς να βάλεις Έλληνες για ήρωες;

Η Ελλάδα και οι Έλληνες της μυθοπλασίας (προσοχή! καμμία σχέση με την πραγματική Ελλάδα και τους πραγματικούς Έλληνες, οι οποίοι είναι θαυμάσιοι, εράσμιοι κι ανυπέρβλητοι και συνήθως βλέπουνε τηλεόραση) αποτελούν ένα σκηνικό κι έναν θίασο που προσφέρεται για πολύ περιορισμένη θεματολογία, εξόχως εσωστρεφή, και για συνήθως επιφανειακές και αυτοαναφορικές ενασχολήσεις με αυτή τη θεματολογία.

Η Ελλάδα και οι Έλληνες της μυθοπλασίας αποτελούν ένα σκηνικό κι έναν θίασο που προσφέρονται για να πραγματευτεί κανείς κατ' αρχάς την ιστορία και τη γεωγραφία του σκηνικού και του θιάσου, επίσης την πορεία της εδώ αριστεράς και των εδώ ανθρώπων της πάνω σε αυτό το σκηνικό, οπωσδήποτε την αστυφιλία και τον πόνο του χαμένου καπνοχώραφου, της χαμένης γίδας, της χαμένης τράτας, φυσικά την ελληνικότητα καθώς και γενικότερα ζητήματα ταυτότητας του θιάσου, τέλος τον έρωτα στη σκιά της καθ΄ημάς μαμάς, αριστεράς, Ανατολής και ιστορίας.

Το μυθοπλαστικό υποκείμενο που λέγεται "Έλληνας" είναι ασήκωτα αρσενικό, σέρτικα καυλωμένο αλλά κι αγχοστερημένο σεξουαλικά, από ξενόφωνο χωριό με αρχαίες ρίζες το οποίο νοσταλγεί και αποφεύγει ζώντας σε μια πόλη που μισεί. Πρόκειται για υποκείμενο βαρύγδουπο, αριστερό και προδομένο, κουτοδιανοούμενο, μιθριδατισμένο από τα οβερντόουζ Ιστορίας και Παράδοσης (εσχάτως και κοντόφθαλμης Εθνορθοδοξίας). Συνήθως είναι και συγγραφέας, ποιητής ή κάποιου είδους καλλιτέχνης. Είναι σωστός. Είναι ριγμένος αλλά σωστός. Είναι θυμόσοφος. Ποτέ δεν έχει χιούμορ, ποτέ δεν μπορεί να είναι αντικείμενο χιούμορ. Το μυθοπλαστικό υποκείμενο που λέγεται "Έλληνας" δεν είναι άνθρωπος, και άρα δεν προσφέρεται για μυθιστορήματα περί την ανθρώπινη κατάσταση. Προσφέρεται για εντελεχείς συλλογικές ομφαλοσκοπήσεις.

Σκεφτείτε μερικά αληθινά μεγάλα ελληνικά μυθιστορήματα: την Πάπισσα Ιωάννα (πανευρωπαϊκή περιοδεία), το Κιβώτιο, που διαδραματίζεται σε μια αόριστη μα ανατριχιαστικά αληθοφανή Ελλάδα, τις Ακυβέρνητες Πολιτείες (Κάιρο, Ιερουσαλήμ, Ισκεντερία), το Contre-Temps (Παρίσια), το Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης (Νουέβα Γιορκ), τη Γραμμή του Ορίζοντος (σε μια ούλτρα-φαντασιακή και σουρ-ελληνική Πάτμο). Σίγουρα ξεχνάω πολλά αληθινά μεγάλα μυθιστορήματα τώρα... Όσο για το Τρίτο Στεφάνι, είναι τόσο πειραγμένο το σκηνικό του και τόσο αλλόκοτοι οι ήρωές του, μέσα στην τάχα μου ηθογραφική αληθοφάνειά τους (αστές που συμπεριφέρονται σαν πλύστρες...), που ούτε να το σκέφτεστε.

Θα μπορούσε ο Μέγας Ανατολικός να πιάνει Σύρο-Τηνο-Μύκονο; Θα μπορούσε ο Βιζυηνός να μας μιλάει για τα σαλόνια της Αθήνας; Θα μπορούσε ο Καββαδίας της Βάρδιας ή ο Σουρούνης του Γκας του Γκάνγκστερ... Ίσως και να μπορούσαν. Δεν το έπραξαν.
Comments:
Μπορείς όμως -με τον ήρωα αυτόν-να φτιάξεις ένα υπέροχο φωτορομάντσο για την ανθρώπινη κατάσταση.
 
Έχω μια γνωστή που λέει ότι δεν μπορεί να κάνει χωριό με Έλληνα άντρα.

Βέβαια, έχει γεννηθεί στο εξωτερικό, όχι σε κανένα Παρίσι,μη φανταστείτε, σε κάποιο κωλοχώρι της Ανατολικής Μεσογείου όπου οι άντρες όμως είναι εντελώς διαφορετικοί από τους Έλληνες. Όλο γκρινιάζει και όλο οικτίρει την άτιμη την κενωνία που δεν ζει πενήντα χρόνια μετά, όταν οι μετανάστες θα έχουν αφομοιωθεί καλύτερα κι έτσι θα τα έφτιαχνε δίχως δεύτερη σκέψη με τον Αλβανό εργοδηγό, που χτίζει την απέναντι πολυκατοικία και είναι ο πιο νορμάλ άντρας στη γειτονιά, καρατσεκαρισμένο αυτό, έχει δίκιο γιατί τον έχω δει κι εγώ... Και δώστου γκρίνια...

Σκέφτομαι, πως ναι μεν ο Έλληνας: "είναι ασήκωτα αρσενικό, σέρτικα καυλωμένο αλλά κι αγχοστερημένο σεξουαλικά, από ξενόφωνο χωριό με αρχαίες ρίζες το οποίο νοσταλγεί και αποφεύγει ζώντας σε μια πόλη που μισεί. Πρόκειται για υποκείμενο βαρύγδουπο, αριστερό και προδομένο, κουτοδιανοούμενο, μιθριδατισμένο από τα οβερντόουζ Ιστορίας και Παράδοσης (εσχάτως και κοντόφθαλμης Εθνορθοδοξίας). Συνήθως είναι και συγγραφέας, ποιητής ή κάποιου είδους καλλιτέχνης. Είναι σωστός. Είναι ριγμένος αλλά σωστός. Είναι θυμόσοφος. Ποτέ δεν έχει χιούμορ, ποτέ δεν μπορεί να είναι αντικείμενο χιούμορ."

Αλλά και αυτή η κοπελίτσα, κάποιο πρόβλημα έχει... Ίσως αν είχε περισσότερο ταλέντο στη συναναστροφή, ίσως αν τα είχε καλύτερα με τον εαυτό της, ίσως να τα κατάφερνε καλύτερα με αυτό που έχει διαθέσιμο...
 
Να τα φτιάξετε λοιπόν εσείς με τη γνωστή, που είστε έτσι δανδής και μισός-μισός και καλλιεργημένος και θα την ταΐζετε στο κρεβάτι ταρτίνια. Εκτός κι αν δεν είναι ο τύπος σας· αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, να μας βάλετε καμμιά συνταγή για ταρτίνια τουλάχιστον...

Πάντως, εδώ για λογοτεχνία μιλάμε. Όπως τόνισα, οι πραγματικοί Έλληνες, άντρες και γυναίκες, είναι εξαίσιοι και, εν γένει, έκπαγλοι κι απαστράπτοντες.
 
Ναι για Λογοτεχνία μιλάμε και συμφωνώ με την ανάλυση αλλά αναρρωτιέμαι γιαυτά που πιθανώς φταίνε γιαυτά που επισημαίνετε, δατς ωλ.
 
η δική μου άποψη είναι ότι η λογοτεχνια θα μπορούσε να παίξει πρωτοαρχικό ρόλο στην ανατροπή αυτής της απαίσιας αντι-λογοτεχνικής εικόνας. Χρειάζεται να κάνει κάποιος την αρχή, όμως (εσύ... εγώ μήπως;)

μπεεεεε
 
εεε χμμμ...
Οξυδερκής η παρατήρηση Sraosha, πράγματι. Κι έχει θυμό γνήσιο μέσα της και κάμποση αλήθεια. Αλλά...
... στη λίστα σας θα πρόσθετα μερικά άλλα τεμάχια πεζογραφίας που περιέχουν ολόκληρους ανθρώπους, όχι καρικατούρες αεροδρομιακού κοσμοπολιτισμού. Ιδού μια λίστα για μαγνητάκια στο ψυγείο:
Δύσκολες νύχτες - Μ. Αξιώτη, Κιβώτιο - το είπατε, Από το στόμα της παλιάς Ρέμινγκτον - Πάνου, Σκόρπια δύναμη - Μήτσορα, Αγιος της μοναξιάς - Καρυστιάνη, Νεράιδα της Αθήνας - Νόλλας, Μυθιστόρημα Κυρίας Ερσης - Πεντζίκης, Παπαδιαμάντης και Βιζυηνός, Γυναίκα της Ζάκυθος, Κοσμάς Πολίτης - Χατζηφράγκου, Ν' ακούω καλά τ' όνομά σου - Δημητρίου, Ιστορία ενός αιχμαλώτου - Στρ. Δούκας...
― λαχάνιασα.

Ο καλλιτέχνης δεν γυρεύει το εξωτικό Αλλού· και ένα δέντρο στην αυλή του αρκεί. Μας το έμαθαν η Ντίκινσον και ο Πεσσόα, μεταξύ άλλων. Η τέχνη δεν είναι πολιτιστική ανθρωπολογία ΙΜΗΟ.
 
@nikoxy:

Ευχαριστώ για το σχόλιο. Ξεκινώ από το τέλος.

Εξυπακούεται ότι ο καλλιτέχνης δε γυρεύει το εξωτικό Αλλού, εννοείται πως η τέχνη δεν είναι πολιτιστική ανθρωπολογία.

Όσον αφορά το πρώτο, το υπαινίσσομαι ήδη στον τίτλο του ποστ: η τέχνη (του λόγου) μπορεί να μετουσιώσει τα πάντα (εδώ κλείνω το μάτι στον μπέεε και στο σχόλιό του). Έτσι, ο Μπόρχες στον 'Θάνατο και την Πυξίδα' μετατρέπει το (τότε) μπανάλ Μπουένος Άιρες των ερζάτς ευρωπαίων Criollos και των τσαμπουκάδων μάτσο Porteños σε σκηνικό καββαλιστικών φόνων και ενός συναρπαστικού αστυνομικού μυστηρίου.

Δε ζητάει κανείς λοιπόν από τον συγγραφέα να μας μιλήσει για τους 'Αζτέκους' (όπως εύστοχα κοροϊδεύει ο Σεφέρης τον Λορεντζάτο). Αλλά τι υλικά του δίνονται από την 'ελληνική πραγματικότητα'; Αυτό είναι το θέμα.

Σχετικά με τον μικρο-κανόνα που παραθέτετε, δύο παρατηρήσεις. Πρώτον, όπως είπα ήδη, Σίγουρα ξεχνάω πολλά αληθινά μεγάλα μυθιστορήματα τώρα· δεύτερον, πόσα βιβλία (κι από όσα αναφέρετε) έχουν ήρωες 'Έλληνες' ή διαδραματίζονται στην 'Ελλάδα'; Μου φαίνεται πως όσοι δε στέλνουν έξω τους ήρωές τους, τους τοποθετούν στην άκρη της Ελλάδας και της (ελληνικής) πραγματικότητας: Σ. Δημητρίου, Πεντζίκης, κ.ο.κ. Εναλλακτικά, "κάνουν τον Ταχτσή". Αλλά πόσοι μπορούνε να κάνουν τον Ταχτσή; ή τον Μπόρχες; ;-)

Θυμό; Δε με έχει δει θυμωμένο η μπλογκοκοινωνία. Αλλά και πάλι, σιγά, γιατί θα έπρεπε;
 
Μάλιστα... Θαρρώ ότι λέμε το ίδιο πράγμα, από έκκεντρες αφετηρίες.
Παρ' όλ' αυτά, να προσθέσω.

>> «Αλλά τι υλικά του δίνονται από την 'ελληνική πραγματικότητα'; Αυτό είναι το θέμα.»
Κοιτάξτε, υλικά υπάρχουν άφθονα, παντού, και στις κατεδαφίσεις ακόμη. Τα βλέπει και τα αξιοποιεί ο μάστορας; Βλέπει μέσα τους την ανθρώπινη κατάσταση;
Λ.χ. ακούει τις ιστορίες των 1,5 εκατομμυρίων "ξένων" που ζουν τράνζιτο πλάι του; Οχι τα κορέκτ περί Αλλου, αλλά να ενδοβάλει τα πάθη και τα τινάγματά τους. Αν δεν είναι πλούσιο υλικό αυτό, τότε τι είναι;
Λέει κάπου ο ποιητής Λεοντάρης (περίπου): κατοικούμε μια ερειπωμένη γλώσσα, η γλώσσα του Ελληνα ποιητή δεν μπορεί παρά να είναι η γλώσσα του εν εκτάκτω ανάγκη...
Εννοώ ότι τα, έστω θαμπά ακόμη, υλικά κατεδαφίσεως χτίζουν λαμπρά οικοδομήματα για την ανθρώπινη κατάσταση. Αυτό είναι το θέμα του Δούκα και της Αξιώτη μετά την Καταστροφή και πριν τον Πόλεμο. Αυτό είναι το θέμα του Αγιου της Μοναξιάς και του Ν' ακούω καλά τ' όνομά σου.

>>Θυμός;
Ε, για καλό το είπα ― άμα βγαινει και ξεθυμαίνει, καλός είναι. Αμα δεν μένει να σιγοβράζει και να φαρμακώνει.

Σε ό,τι αφορά τη σύγχρονη μυρηκαστική πεζογραφία (ό όρος του Διονύση Καψάλη), πράγματι η περισσότερη ανακυκλώνει μια πρωινάδικη μικρονεύρωση, ΟΚ.
Αλλά δεν φταίει η μαλλιαρή πραγματικότητα του macho Ελληναρά, δεν είναι αυτός ΟΛΗ η πραγματικότητα, ούτε καν η πλειονότητα· φταίει η ατζαμοσύνη της Ελληνίδος κοπελίτσας που δεν τα καταφέρνει στις συναναστροφές, που δεν την χωράει το πετσί της το αλλοπρόσαλλο, και τιμωρεί την πραγματικότητα και της στρέφει την πλάτη ― σε αυτό συμφωνώ με τον Αθήναιο.


Ερρωσθε!
 
Μάλιστα... Θαρρώ ότι λέμε το ίδιο πράγμα, από έκκεντρες αφετηρίες.

Ναι. Συμφωνώ.

Χαρακτηριστικό πάντως ότι πρέπει να βασιζόμαστε πάντως στις 'άκρες', στα 'περιθώρια' και στα 'ερείπια' για το υλικό της νεοελληνικής πεζογραφίας για να μην είναι μυρηκαστική. Το θέμα της γλώσσας δεν το αγγίζω.

η μαλλιαρή πραγματικότητα του macho Ελληναρά, δεν είναι αυτός ΟΛΗ η πραγματικότητα, ούτε καν η πλειονότητα

Όχι. Αρκεί όμως που είναι το πρότυπο (πάντως δε μίλησα για macho, ούτε για 'Ελληνάρες'). Αυτός και η Ελληνίδα που κερατώνει-μετανιώνει, κερατώνει-μετανιώνει, κερατώνει-μετανιώνει, κερατώνει-μετανιώνει... Και μην ξεχνάτε το σκηνικό, βεβαίως...
 
Και ποιος γαμεί το σκηνικό, αγαπητέ Sraosha;
Αφήστε το για τους χαμηλοτάβανους των προτύπων.
Και ποιος δίνει δυάρα για τα πρότυπα; για τα καλούπια; Μονο σενάρια primetime γραφονται έτσι.

Κοιτάξτε, τα ερείπια τα εννοώ κάπως σαν τον σωρό ερειπίων που σωριάζει το μέλλον, του Μπένγιαμιν στον Angelus Novus. Τα φοβάμαι και τα σέβομαι. Είναι η ύλη μας.

συννενοηθήκαμε κάπως...
Η γλώσσα είναι το έργο, όλο.

ευχαριστώ για την αφορμή
 
Συνεχίζω κεντρισμένος γιατί η συζήτηση είναι ενδιαφέρουσα και γιατί για τη συζήτηση τα έχουμε τα σχόλια...

Εξακολουθώντας λοιπόν να μιλάω για τη μυθοπλασία και το πώς θεάται κι επεξεργάζεται αυτή το υλικό της, η χρήση εκ μέρους της του σκηνικού -- όπως και ενός 'προτύπου' ανθρώπου στην κοινωνία -- καθιστά ευκολότερη την αναγωγή μας στο (ας πούμε) αριστοτελικό 'καθόλου', αυτό που τους αφορά όλους, την 'ανθρώπινη κατάσταση' (πείτε το όπως θέλετε). Είναι λ.χ. ευκολότερο να μιλήσεις για την καταπίεση εάν ο ήρωας είναι γυναίκα (και δη φτωχή), πολύ δύσκολο εάν είναι ο Αυτοκράτωρ και Βασιλεύς Φραγκίσκος Ιωσήφ o Β'.

Το μυθιστόρημα προϋποθέτει πολυτυπία. Οι κοινωνίες του ενός προτύπου, του ενός είδους 'ήρωα', μπορούνε να βγάλουν ποίηση, έπος, θέατρο· μυθιστόρημα όμως μόνο με πολύ 'πείραγμα' και πάρα πολύ ψάξιμο, κυρίως στις άκρες, στα ερείπια, στο 'περιθώριο' (μπρρρ). Και πάλι ο νους μου πάει στον Ταχτσή, στου Χατζηφράγκου, στο Κιβώτιο. Από την άλλη, οι 'μεγάλες' κοινωνίες, σε όσες δηλαδή συνυπάρχουν πολλά 'πρότυπα', πολλοί 'τύποι' μυθοπλαστικών υποκειμένων, είναι κι αυτές που βγάζουν τα 'μεγάλα' μυθιστορήματα. Νομίζω πως αυτό συμβαίνει και επειδή μέσα σε αυτές ευδοκιμεί η πολυτυπία και ο συγγραφέας έχει στο πιάτο μια ποικιλία από την οποία μπορεί να διαλέξει. Παράδειγμα: η Ρωσία του 19ου αιώνα, η οποία σου έδινε αστούς, λούμπεν φοιτηταριό, φτωχούς διανοούμενους, αριστοκράτες της πλάκας, χαρτοπαίκτες και πόρνες, δημοσίους υπαλλήλους, γαιοκτήμονες (κραταιούς και ξεπεσμένους), υπόδουλους Πολωνούς, τσάρους και τις αυλές τους κτλ... Είχε (δύο τόσο διαφορετικές) πόλεις, είχε επαρχία (των φτωχών), είχε εξοχάς (το ίδιο, αλλά των πλουσίων). Έτσι και σήμερα οι ΗΠΑ.

Ακόμα και ο επίμονα σχεδόν μονοπρόσωπος Κάφκα δε θα ήταν ο ίδιος αν αντλούσε από το Βανάτο, τη Γαλικία, ή την Πομερανία -- από την Πράγα των τεσσάρων θρησκειών με τις δίγλωσσες πινακίδες βγήκε.
 
Με το 'πειραγμένος' εννοώ 'αλλοιωμένος', 'πολύ επεξεργασμένος'.

Οι ήρωες του Ταχτσή είναι αλλόκοτοι ακριβώς στο ότι μοιάζουνε και συμπεριφέρονται σαν λαϊκοί και καθημερινοί άνθρωποι "της γειτονιάς", ενώ είναι πλούσιοι (ξεπεσμένοι) αστοί. Όσο για το σκηνικό, είναι ενδιαφέρον πώς μετακινούνται από Αθήνα σε Θεσσαλονίκη, πώς -- ενώ το βιβλίο διαδραματίζεται εν πολλοίς τη δεκαετία του 30 και του 40 -- νομίζεις πως διαβάζεις για τη μεταπολεμική Ελλάδα των 'ελληνικών ταινιών', κ.ο.κ.
 
Ναι, συμφωνώ. Συγγνώμη που διέγραψα το σχόλιο. Αναφερόμουν κυρίως στους χαρακτήρες. Tο "άψυχο σκηνικό", όπως διαφαίνεται, και τα περιβάλλοντα περιστατικά/η περιρρέουσα ατμόσφαιρα ασφαλώς δεν μου είναι οικεία, δεν είμαι μεσοπολεμικός. Η χαρακτηρολογία του βιβλίου νομίζω ότι στην πραγματικότητα είναι συμβατή με ολόκληρη τη νεότερη/σύγχρονη Ελλάδα. Ε, αν δεν ήταν και "πειραγμένο=επεξεργασμένο", δεν θα ήταν αληθινό, θα ήταν δελτίο του Ευαγγελάτου.
 
Bρέ, γρύ δεν κατάλαβε ο Σεφέρης απ' όσα ήθελα να πώ με τους Αζτέκους.
Αλλά ήτανε μπουμπουνιασμένος που δεν τον ακολουθούσα.
Τουλάχιστο εγώ παραδέχθηκα ότι δεν βάσταγα να γράψω ποίηση!
Και μάς να μας αφήσετε ησύχους! Εμείς φτερακίσαμε (που λέει κι ο Φάϊς)...να δούμε σείς τι θα κάνετε!

Σαν το Βερέμη, που θέλησε να μου κάνει αφιέρωμα και κατέληξε να βλογάει τα γένηα του (τις δικές του ιδέες μέσω
των δικών μου γραπτών).Ου μη γένοιτο!

Αυτός ο Αθήναιος τα είπε πολύ καλά...κάτι θα φταίει και το κοριτσάκι δεν μπορεί:)))
 
Eχω μια απορία;
H πολυτυπία(οι πολλοί χαρακτήρες ή ήρωες), τι ακριβώς εξυπηρετούν μέσα σ' ένα μεγάλο μυθιστόρημα
σαν κι αυτά του Ντοστογιέφσκη π.χ. μιας και διαλέξατε τον 19ο αιώνα στη Ρωσία για παράδειγμα;

Ετσι όπως μας τα γράψατε παραπάνω είναι σαν η πολυτυπία να είναι ο σκοπός του μυθιστορήματος,
η κάνω λάθος;
 
Παραδέχομαι ότι η Ρωσία, ο Ντοστογιέφσκυ και τα μυθιστορήματα-τοιχογραφίες δημιούργησαν τους λάθος συνειρμούς.

Αυτό που μπακάλικα ονόμασα πολυτυπία δίνει τελικά περισσότερες επιλογές στον συγγραφέα για να πλάσει τον χαρακτήρα ή τους χαρακτήρες, είτε πρόκειται για το πολυπληθές μπαλέτο του Τολστόυ είτε για τον Γκρέγκορ Σάμσα.

Στην Ιλιάδα οι άντρες είναι όλοι καλοί καγαθοί (ακόμα και ο σχεδόν υβριστής Διομήδης), οι γυναίκες ενάρετες (ακόμα κι η Ελένη) και μόνον ο Θερσίτης διαφέρει.

Για το μυθιστόρημα συνήθως χρειάζεσαι συνήθως έναν πιο ανοιχτό και πιο ποικίλο κόσμο.

Σταματάω εδώ γιατί δε θέλω να βγω από τα νερά μου.
 
Για να γράψεις για την Ελλάδα και τους Έλληνες, θα πρέπει κατ' αρχήν να είσαι Έλληνας.
Η mistress Soti τι σχέση έχει με την Ελλάδα;
Καλά κάνει και δεν ασχολείται με την Ελλάδα. Αφού δεν έχει τίποτε κοινό με την Ελλάδα.
Αν αυτή και ο συρφετός της μας άδειαζαν και την γωνιά εντελώς, θα ήταν και η Ελλάδα ευτυχέστερη. (Το αυτό και για την λαθρομετανάστρια φίλη του Αθήναιου, που, εμ τής ξυνίζουμε, εμ μάς φορτώθηκε όμως, δεν τής άρεσαν τα Ιεροσόλυμα.)
Αφήστε την Ελλάδα στον Παπαδιαμάντη και στον Μυριβήλη, δεν μας χρειάζεται η mistress Soti.
 
Αφήστε την Ελλάδα στον Παπαδιαμάντη και στον Μυριβήλη

Εγώ θα προσέθετα τον Στέλιο Σπεράντζα (από τους σύγχρονους), τον τιτάνιο Περικλή Γιαννόπουλο, τον αδούλωτο ήρωα Νταβέλη και τον αθάνατο Μυστριώτη.
 
Δημοσίευση σχολίου



<< Home

This page is powered by Blogger. Isn't yours?