9.12.06
Ο Κέρουακ στην Κύπρο
Στον ελληνόφωνο χώρο, σε γενικές γραμμές, η θέση των διαλέκτων και των ομιλητών τους βρίσκεται μέσα στο συρτάρι που γράφει απ' έξω 'Κωμωδία'.
Από τον (λαμιώτη) 'βλάχο' Χατζηχρήστο μέχρι τον καρδιτσιώτη πιτσιρικά του Λαζόπουλου, από τον αρχιτεμπέλαρο φραπεδοπότη σαλονικιό μέχρι τον α πριόρι μοβόρο κρητικό, από τον χαριτωμένο κερκυραίο του 'Περι Ανέμων και Υδάτων' μέχρι τον μισοηλίθιο Κυπραίο των κυπριακών (!) κωμωδιών, από την ψευδοπατρινιά Μακρυπούλια του κουρασμένου Καπουτζίδη μέχρι τον αρχετυπικό Πόντιο, όποιος μιλάει διάλεκτο στον ελληνικό δημόσιο βίο, έστω και την πιο ελαφρώς αποκλίνουσα από τη γραμμή της ΚΝΕ ('Κοινής ΝεοΕλληνικής'), είναι γραφικός, κουτός, αγράμματος.
Αυτό είναι τουλάχιστον απαίσιο, προϊόν ενός βαθύτατα ανεύθυνου εκπαιδευτικού συστήματος, του οποίου ακόμα και ο ελληνοκεντρισμός είναι κολοβός, μισερός.
Τα παραπάνω τα ξανασκέφτηκα διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας ένα από τα πιο συγκλονιστικά κείμενα που έχω 'συναντήσει' εδώ και καιρό. Μη σας αποθαρρύνει η διάλεκτος, ω νορμάλ, ευφυείς και γραμματιζούμενοι συνέλληνες. Το κείμενο θα σας ανταμείψει. Δείτε τη γλωσσική δυσκολία και απόσταση σαν μια άσκηση, σαν να διαβάζετε Ροΐδη, Παπαδιαμάντη, Βιζυηνό.
Από τον (λαμιώτη) 'βλάχο' Χατζηχρήστο μέχρι τον καρδιτσιώτη πιτσιρικά του Λαζόπουλου, από τον αρχιτεμπέλαρο φραπεδοπότη σαλονικιό μέχρι τον α πριόρι μοβόρο κρητικό, από τον χαριτωμένο κερκυραίο του 'Περι Ανέμων και Υδάτων' μέχρι τον μισοηλίθιο Κυπραίο των κυπριακών (!) κωμωδιών, από την ψευδοπατρινιά Μακρυπούλια του κουρασμένου Καπουτζίδη μέχρι τον αρχετυπικό Πόντιο, όποιος μιλάει διάλεκτο στον ελληνικό δημόσιο βίο, έστω και την πιο ελαφρώς αποκλίνουσα από τη γραμμή της ΚΝΕ ('Κοινής ΝεοΕλληνικής'), είναι γραφικός, κουτός, αγράμματος.
Αυτό είναι τουλάχιστον απαίσιο, προϊόν ενός βαθύτατα ανεύθυνου εκπαιδευτικού συστήματος, του οποίου ακόμα και ο ελληνοκεντρισμός είναι κολοβός, μισερός.
Τα παραπάνω τα ξανασκέφτηκα διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας ένα από τα πιο συγκλονιστικά κείμενα που έχω 'συναντήσει' εδώ και καιρό. Μη σας αποθαρρύνει η διάλεκτος, ω νορμάλ, ευφυείς και γραμματιζούμενοι συνέλληνες. Το κείμενο θα σας ανταμείψει. Δείτε τη γλωσσική δυσκολία και απόσταση σαν μια άσκηση, σαν να διαβάζετε Ροΐδη, Παπαδιαμάντη, Βιζυηνό.
Comments:
<< Home
Έστω ότι το εκπαιδευτικό σύστημα φρόντιζε τις ντοπιολαλιές. Πως αυτές θα μπορούσαν να αμυνθούν απέναντι στη γλώσσα του ραδιόφωνου και του κινηματογράφου;
Η ύπαρξη μιας επίσημης "γλώσσας του ραδιόφωνου και του κινηματογράφου" δε συνεπάγεται αυτομάτως και απαραίτητα στιγματισμό και (όπως στην περίπτωση της Ελλάδας) εν πολλοίς αφανισμό των διαλέκτων.
Μιλάω για γλώσσα του ραδιόφωνου και του κινηματογράφου, αποφεύγοντας να πω των μαζικών μέσων γενικά. Γιατί με την έλευση της τηλεόρασης θεωρώ πως δεν χωράει καν ζήτημα.
Αυτόματα και απαραίτητα, σαν παραγωγός δίσκων ή ταινιών, θα επιλέξεις τον γλωσσικό κοινό παρανομαστή. Δεν χρειάζεται να σε ορμηνέψει το εθνικό ημών κράτος. Και οι διαφημίσεις που θα συνοδεύουν το κινηματογραφικό ή τραγουδιστικό σουξέ πάλι σε αυτό τον γλωσσικό κοινό παρανομαστή θα μιλάνε.
Και αυτός που θα αγοράσει το ηλεκτρικό ψυγείο, καθώς στη μεταπολεμική ελλάδα ξεκινάει η κατανάλωση, δεν αρκείται απλά να το κατέχει. Θέλει να φαίνεται, να φέρεται και να μιλάει σαν κάτοχος ψυγείου.
Δες το «Τέντι Μπόι Αγάπη μου». Νομίζω πως ο μόνος που μιλάει με σαλονικιώτικη προφορά είναι ο Βουτσάς. Όχι πως δεν εκτιμά την υπέρτατη αξία της κατανάλωσης. Αλλά θέλει να ξοδέψει το παραδάκι σε κούρσες και κλάμπ. Είπαμε κατανάλωση, αλλά όχι και αυτοκαταστροφή.
Αυτόματα και απαραίτητα, σαν παραγωγός δίσκων ή ταινιών, θα επιλέξεις τον γλωσσικό κοινό παρανομαστή. Δεν χρειάζεται να σε ορμηνέψει το εθνικό ημών κράτος. Και οι διαφημίσεις που θα συνοδεύουν το κινηματογραφικό ή τραγουδιστικό σουξέ πάλι σε αυτό τον γλωσσικό κοινό παρανομαστή θα μιλάνε.
Και αυτός που θα αγοράσει το ηλεκτρικό ψυγείο, καθώς στη μεταπολεμική ελλάδα ξεκινάει η κατανάλωση, δεν αρκείται απλά να το κατέχει. Θέλει να φαίνεται, να φέρεται και να μιλάει σαν κάτοχος ψυγείου.
Δες το «Τέντι Μπόι Αγάπη μου». Νομίζω πως ο μόνος που μιλάει με σαλονικιώτικη προφορά είναι ο Βουτσάς. Όχι πως δεν εκτιμά την υπέρτατη αξία της κατανάλωσης. Αλλά θέλει να ξοδέψει το παραδάκι σε κούρσες και κλάμπ. Είπαμε κατανάλωση, αλλά όχι και αυτοκαταστροφή.
Δεν υπάρχει "γλωσσικός κοινός παρανομαστής", υπάρχει η ποικιλία που προκρίνεται για 'επίσημη γλώσσα'. Είναι εσφαλμένη η αντίληψη ότι, λ.χ., η ΚΝΕ αποτελεί μορφικά κοινό παρονομαστή μεταξύ, λ.χ., των ελληνικών διαλέκτων. Είναι η lingua franca μας.
Όλα τα εθνικά κράτη έχουνε lingua franca. Η ύπαρξη και η χρήση της δίνει στάτους αλλά ή μη χρήση της δημοσία δε συνεπάγεται εξευτελισμό σε πάμπολλα εθνικά κράτη : Ιταλία, Βρετανία, ΗΠΑ, Αυστραλία, Ελβετία, Αυστρία, Ισπανία, Ολλανδία, Δανία, Νορβηγία κτλ. Σε όλα αυτά τα κράτη υπάρχει τουλάχιστον ανοχή των διαλέκτων, ενώ σε όλα υπάρχουν σύγχρονοι άνθρωποι που και αγοράζουνε ψυγεία και μιλούνε δημοσία κάποια διάλεκτο χωρίς να στιγματίζονται. Εμείς όμως, πάντα όπως οι Γάλλοι: ιακωβίνοι.
Όλα τα εθνικά κράτη έχουνε lingua franca. Η ύπαρξη και η χρήση της δίνει στάτους αλλά ή μη χρήση της δημοσία δε συνεπάγεται εξευτελισμό σε πάμπολλα εθνικά κράτη : Ιταλία, Βρετανία, ΗΠΑ, Αυστραλία, Ελβετία, Αυστρία, Ισπανία, Ολλανδία, Δανία, Νορβηγία κτλ. Σε όλα αυτά τα κράτη υπάρχει τουλάχιστον ανοχή των διαλέκτων, ενώ σε όλα υπάρχουν σύγχρονοι άνθρωποι που και αγοράζουνε ψυγεία και μιλούνε δημοσία κάποια διάλεκτο χωρίς να στιγματίζονται. Εμείς όμως, πάντα όπως οι Γάλλοι: ιακωβίνοι.
Αξιέπαινη τόσο η γλωσσική ευαισθησία όσο και η διορατική ματιά τού κειμένου.
Δύο αξιοσημείωτα στοιχεία, που εύστοχα τονίστηκαν, ήθελα να αναδείξω:
1) Ορθώς αναφέρεται ότι ο ελληνοκεντρισμός ή η ελληνομανία αποδείχθηκε ατελές ιδεολόγημα. Δυστυχώς, η ανησυχία για τη «φθορά» τής γλώσσας δεν εστιάστηκε ποτέ (από την πλευρά των εκπροσώπων τέτοιων ιδεών) στην πραγματική απώλεια των διαλέκτων και των ιδιωμάτων, καθώς και του πλούτου που κομίζουν από τη μακρά ιστορία τους.
2) Ορθώς επισημαίνεται ότι η Νεοελληνική Κοινή δεν είναι κοινός παρονομαστής των διαλέκτων και ιδιωμάτων. Από ιστορικής πλευράς, έχει την αφετηρία της στα νότια (πελοποννησιακά) ιδιώματα με τον αλώβητο φωνηεντισμό και εμπλουτίστηκε από την κοινή ομιλουμένη των Κωνσταντινουπολιτών εμπόρων και μορφωμένων. Στους δύο αιώνες που μεσολάβησαν από την ίδρυση του νέου ελληνικού Κράτους, ισχυρή υπήρξε επίσης η επίδραση της λόγιας γλώσσας (καθαρεύουσας) σε όλα τα επίπεδα, πράγμα που προσέδωσε στη Νεοελληνική Κοινή τη σημερινή της χροιά.
Μερικές ακόμη επισημάνσεις—και ζητώ συγγνώμη για τη μακρηγορία.
Οι μελέτες απέδειξαν ότι η επιβίωση μιας διαλέκτου ή ενός ιδιώματος εξαρτάται, όχι τόσο από την εκπαίδευση, όσο από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται από τους ομιλητές. Επί παραδείγματι, η ιρλανδική γαελική (γλώσσα, όχι διάλεκτος) εξακολουθεί να συρρικνώνεται ως προς το πεδίο χρήσεως και έχει περιοριστεί στα δυτικά πλέον του νησιού, παρά την εσκεμμένη προώθησή της στην εκπαίδευση και στο δημόσιο. Από την άλλη πλευρά, η ουαλική κελτική διασώθηκε από την εξαφάνιση και έχει καλές προοπτικές. Η σχολική εκπαίδευση δεν διέσωσε την ελληνική κατωιταλική διάλεκτο της Απουλίας και της Καλαβρίας, όχι μόνον επειδή τα μέτρα αυτά καθυστέρησαν, αλλά κυρίως διότι οι γονείς δεν χρησιμοποιούσαν πλέον τη διάλεκτο στην καθημερινή τους επικοινωνία. Επρόκειτο για ένα κλαδί που έπαψε να τροφοδοτείται και τελικά ξεράθηκε.
Ποια ήταν η ειδοποιός διαφορά των ανωτέρω περιπτώσεων; Ότι η χρήση ενός ιδιώματος ως αξιόπιστου (μη στιγματισμένου) μέσου επικοινωνίας στην οικογένεια, εν πρώτοις, μπορεί πραγματικά να το σώσει από τον αφανισμό. Η ζώσα κυπριακή διάλεκτος, έχοντας κερδίσει αυτή τη μάχη, έχει αποκτήσει τον δικό της χώρο επικοινωνίας και αποτελεί εύρωστο και παραγωγικό γλωσσικό όργανο.
Οι διάλεκτοι και τα ιδιώματα έχουν αξιοσημείωτο μερίδιο στην ιστορία τής γλώσσας. Όπως κάθε γλώσσα, αποτελούν διαφορετικό μέσο θέασης του κόσμου. Το μαράζωμά τους μας φτωχαίνει και, μερικές φορές, θάβει για πάντα θησαυρούς που δεν ξέραμε καν ότι υπήρχαν. Ευχαριστώ.
Δύο αξιοσημείωτα στοιχεία, που εύστοχα τονίστηκαν, ήθελα να αναδείξω:
1) Ορθώς αναφέρεται ότι ο ελληνοκεντρισμός ή η ελληνομανία αποδείχθηκε ατελές ιδεολόγημα. Δυστυχώς, η ανησυχία για τη «φθορά» τής γλώσσας δεν εστιάστηκε ποτέ (από την πλευρά των εκπροσώπων τέτοιων ιδεών) στην πραγματική απώλεια των διαλέκτων και των ιδιωμάτων, καθώς και του πλούτου που κομίζουν από τη μακρά ιστορία τους.
2) Ορθώς επισημαίνεται ότι η Νεοελληνική Κοινή δεν είναι κοινός παρονομαστής των διαλέκτων και ιδιωμάτων. Από ιστορικής πλευράς, έχει την αφετηρία της στα νότια (πελοποννησιακά) ιδιώματα με τον αλώβητο φωνηεντισμό και εμπλουτίστηκε από την κοινή ομιλουμένη των Κωνσταντινουπολιτών εμπόρων και μορφωμένων. Στους δύο αιώνες που μεσολάβησαν από την ίδρυση του νέου ελληνικού Κράτους, ισχυρή υπήρξε επίσης η επίδραση της λόγιας γλώσσας (καθαρεύουσας) σε όλα τα επίπεδα, πράγμα που προσέδωσε στη Νεοελληνική Κοινή τη σημερινή της χροιά.
Μερικές ακόμη επισημάνσεις—και ζητώ συγγνώμη για τη μακρηγορία.
Οι μελέτες απέδειξαν ότι η επιβίωση μιας διαλέκτου ή ενός ιδιώματος εξαρτάται, όχι τόσο από την εκπαίδευση, όσο από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται από τους ομιλητές. Επί παραδείγματι, η ιρλανδική γαελική (γλώσσα, όχι διάλεκτος) εξακολουθεί να συρρικνώνεται ως προς το πεδίο χρήσεως και έχει περιοριστεί στα δυτικά πλέον του νησιού, παρά την εσκεμμένη προώθησή της στην εκπαίδευση και στο δημόσιο. Από την άλλη πλευρά, η ουαλική κελτική διασώθηκε από την εξαφάνιση και έχει καλές προοπτικές. Η σχολική εκπαίδευση δεν διέσωσε την ελληνική κατωιταλική διάλεκτο της Απουλίας και της Καλαβρίας, όχι μόνον επειδή τα μέτρα αυτά καθυστέρησαν, αλλά κυρίως διότι οι γονείς δεν χρησιμοποιούσαν πλέον τη διάλεκτο στην καθημερινή τους επικοινωνία. Επρόκειτο για ένα κλαδί που έπαψε να τροφοδοτείται και τελικά ξεράθηκε.
Ποια ήταν η ειδοποιός διαφορά των ανωτέρω περιπτώσεων; Ότι η χρήση ενός ιδιώματος ως αξιόπιστου (μη στιγματισμένου) μέσου επικοινωνίας στην οικογένεια, εν πρώτοις, μπορεί πραγματικά να το σώσει από τον αφανισμό. Η ζώσα κυπριακή διάλεκτος, έχοντας κερδίσει αυτή τη μάχη, έχει αποκτήσει τον δικό της χώρο επικοινωνίας και αποτελεί εύρωστο και παραγωγικό γλωσσικό όργανο.
Οι διάλεκτοι και τα ιδιώματα έχουν αξιοσημείωτο μερίδιο στην ιστορία τής γλώσσας. Όπως κάθε γλώσσα, αποτελούν διαφορετικό μέσο θέασης του κόσμου. Το μαράζωμά τους μας φτωχαίνει και, μερικές φορές, θάβει για πάντα θησαυρούς που δεν ξέραμε καν ότι υπήρχαν. Ευχαριστώ.
Εγώ ευχαριστώ έναν ειδικό που είχε την καλοσύνη να μοιραστεί μαζί μας τη γνώση και την κατάρτισή του στο συγκεκριμένο θέμα.
Βεβαίως έχεις δίκαιο. Υπάρχει όμως και ένας όγκος αξιόλογης λογοτεχνίας σε διάλεκτο, το πιο high profile παράδειγμα το "Ν'ακούω καλά τ' όνομά σου" του Σωτήρη Δημητρίου.
Στέλιος
Στέλιος
Κατ' αρχάς, συμφωνώ με τον σχολιαστή ότι η κωμική σάτιρα πολλές φορές "ειδικεύεται στην καρικατούρα, επομένως αναζητεί να αναδείξει τα διακριτικά χαρακτηριστικά του κάθε" τύπου (και όχι απαραιτήρτως επώνυμου 'προσώπου'). Όντως, αφ' εαυτού ο (υπερ)τονισμός της διαλεκτοφωνίας ενός χαρακτήρα που πρόκειται να σατιριστεί δε συνεπάγεται στιγματισμό της διαλέκτου. Γι' αυτό σχεδόν παντού παρατηρείται κάτι τέτοιο, ακόμα και στις χώρες που ανέφερα σε προηγούμενο σχόλιό μου, ακόμα και στην επισήμως και θεσπισμένα πολύγλωσση Ινδία.
Κι εγώ με τη σειρά μου όμως υποθέτω πως ο σχολιαστής συμφωνεί μαζί μου ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα συστηματικά εργάστηκε (και εργάζεται) προς την κατεύθυνση της ισοπέδωσης των διαλέκτων. Υποθέτω επίσης ότι ο σχολιαστής αντιλαμβάνεται ότι οι διάλεκτοι (της υπαίθρου αλλά και οι αστικές) απουσιάζουν από τα δελτία ειδήσεων, έστω και ως σκιές στην προφορά (επί ΕΡΤ2 είχε ζητηθεί η αποπομπή εκφωνήτριας η οποία πρόφερε τα φωνήεντα με ελαφρές κωφώσεις γιατί μιλούσε "σαν αμόρφωτη"), από τις δημόσιες συζητήσεις, από τον λόγο των πολιτικών και των τοπικών αρχόντων, από τον άμβωνα, και ούτω καθεξής.
Επιστρέφοντας στο ζήτημα του στιγματισμού, φρονώ ότι στην Ελλάδα συμβαίνει το εξής: η διαλεκτοφωνία είναι πολλάκις ικανή συνθήκη για να μετατραπεί ένας χαρακτήρας σε καρικατούρα. Το ότι οι Ροδίτες, οι Κώοι, οι Λέσβιοι, οι Θράκες, οι Κοζανίτες, οι Γιαννιώτες, οι Ναξιώτες ή όποιοι άλλοι, έχουνε ξεφύγει από τους κωμικούς μέχρι στιγμής δεν αποδεικνύει τίποτε, εκτός του ότι αυτές οι ποικιλίες δεν έχουν ακόμα στιγματιστεί στερεοτυπικώς. Άλλωστε ι Τζιμ'ς του Λαζόπουλου ούτε τσαρούχια φόραγε ούτε γκλίτσα κράταγε. Όσο για το από πού είναι η ("ψευδοπατρινιά") Αμαλία, αρκεί να ρωτήσει κανείς οποιονδήποτε πάνω από το αυλάκι: δείγμα της ισχύος των στερεοτύπων. Σε κάθε περίπτωση, στην Ελλάδα, οι διάλεκτοι ανήκουνε σταθερά στον χώρο του (ποικιλοτρόπως) γραφικού, άρα ενίοτε και στο παρελθόν: εδώ 'χωράει' και η 'Τιμή της Αγάπης' της Μαρκετάκη.
Τέλος, εντυπωσιακό εν προκειμένω είναι το παράδειγμα της Κύπρου (που υφίσταται το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και ακραίες εκδοχές ελληνικών γλωσσικών πολιτικών από το 1964): ενώ όλοι οι Ελληνοκύπριοι είναι (και) διαλεκτόφωνοι, μέχρι πολύ πρόσφατα στην κυπριακή τηλεόραση η κυπριακή ελληνική ακουγόταν σε τρεις περιπτώσεις:
α. Από το στόμα χωρικών και 'αμόρφωτων' (πραγματικών ή χαρακτήρων σε σειρές),
β. Σε λαογραφικά σκετς που προέβαλλε το ΡΙΚ με θέμα τη ζωή στο χωριό 'τον παλιό καιρό',
γ. Από (κουτούτσικους / 'γραφικούς') χαρακτήρες κωμικών σειρών.
Τέλος μία διευκρίνιση: δε διάγω νομαδικό τρόπο ζωής και επομένως δεν έχω ζήσει σε όλες τις χώρες που ανέφερα, ωστόσο χρησιμοποιώ αυτό που καλείται 'βιβλιογραφία'· εκεί επίσης θα βρει κανείς τον ορισμό και συζήτηση του τεχνικού κοινωνιογλωσσικού όρου 'στάτους' αναφορικά με τις διαλέκτους. Δυστυχώς δεν τυγχάνω κοινωνιογλωσσολόγος για να το πράξω ο ίδιος εν συντομία και περιεκτικά εδώ. Μπορώ ωστόσο να συστήσω το πολύ καλό βιβλίο των J. K. Chambers και Peter Trudgill (2002) 'Dialectology' από το Cambridge University Press.
Κι εγώ με τη σειρά μου όμως υποθέτω πως ο σχολιαστής συμφωνεί μαζί μου ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα συστηματικά εργάστηκε (και εργάζεται) προς την κατεύθυνση της ισοπέδωσης των διαλέκτων. Υποθέτω επίσης ότι ο σχολιαστής αντιλαμβάνεται ότι οι διάλεκτοι (της υπαίθρου αλλά και οι αστικές) απουσιάζουν από τα δελτία ειδήσεων, έστω και ως σκιές στην προφορά (επί ΕΡΤ2 είχε ζητηθεί η αποπομπή εκφωνήτριας η οποία πρόφερε τα φωνήεντα με ελαφρές κωφώσεις γιατί μιλούσε "σαν αμόρφωτη"), από τις δημόσιες συζητήσεις, από τον λόγο των πολιτικών και των τοπικών αρχόντων, από τον άμβωνα, και ούτω καθεξής.
Επιστρέφοντας στο ζήτημα του στιγματισμού, φρονώ ότι στην Ελλάδα συμβαίνει το εξής: η διαλεκτοφωνία είναι πολλάκις ικανή συνθήκη για να μετατραπεί ένας χαρακτήρας σε καρικατούρα. Το ότι οι Ροδίτες, οι Κώοι, οι Λέσβιοι, οι Θράκες, οι Κοζανίτες, οι Γιαννιώτες, οι Ναξιώτες ή όποιοι άλλοι, έχουνε ξεφύγει από τους κωμικούς μέχρι στιγμής δεν αποδεικνύει τίποτε, εκτός του ότι αυτές οι ποικιλίες δεν έχουν ακόμα στιγματιστεί στερεοτυπικώς. Άλλωστε ι Τζιμ'ς του Λαζόπουλου ούτε τσαρούχια φόραγε ούτε γκλίτσα κράταγε. Όσο για το από πού είναι η ("ψευδοπατρινιά") Αμαλία, αρκεί να ρωτήσει κανείς οποιονδήποτε πάνω από το αυλάκι: δείγμα της ισχύος των στερεοτύπων. Σε κάθε περίπτωση, στην Ελλάδα, οι διάλεκτοι ανήκουνε σταθερά στον χώρο του (ποικιλοτρόπως) γραφικού, άρα ενίοτε και στο παρελθόν: εδώ 'χωράει' και η 'Τιμή της Αγάπης' της Μαρκετάκη.
Τέλος, εντυπωσιακό εν προκειμένω είναι το παράδειγμα της Κύπρου (που υφίσταται το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και ακραίες εκδοχές ελληνικών γλωσσικών πολιτικών από το 1964): ενώ όλοι οι Ελληνοκύπριοι είναι (και) διαλεκτόφωνοι, μέχρι πολύ πρόσφατα στην κυπριακή τηλεόραση η κυπριακή ελληνική ακουγόταν σε τρεις περιπτώσεις:
α. Από το στόμα χωρικών και 'αμόρφωτων' (πραγματικών ή χαρακτήρων σε σειρές),
β. Σε λαογραφικά σκετς που προέβαλλε το ΡΙΚ με θέμα τη ζωή στο χωριό 'τον παλιό καιρό',
γ. Από (κουτούτσικους / 'γραφικούς') χαρακτήρες κωμικών σειρών.
Τέλος μία διευκρίνιση: δε διάγω νομαδικό τρόπο ζωής και επομένως δεν έχω ζήσει σε όλες τις χώρες που ανέφερα, ωστόσο χρησιμοποιώ αυτό που καλείται 'βιβλιογραφία'· εκεί επίσης θα βρει κανείς τον ορισμό και συζήτηση του τεχνικού κοινωνιογλωσσικού όρου 'στάτους' αναφορικά με τις διαλέκτους. Δυστυχώς δεν τυγχάνω κοινωνιογλωσσολόγος για να το πράξω ο ίδιος εν συντομία και περιεκτικά εδώ. Μπορώ ωστόσο να συστήσω το πολύ καλό βιβλίο των J. K. Chambers και Peter Trudgill (2002) 'Dialectology' από το Cambridge University Press.
Εκείνο που εμένα με ενοχλεί πολύ, είναι να βλέπω φετφάδες του τύπου "Μόνο στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό το θαύμα" και "Μόνο στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό το αίσχος".
Τότε, σχολιαστή, να με ενημερώνετε κι εμένα τον ιστολόγο όταν διαβάζετε τέτοιους 'φετφάδες', για να τους στηλιτεύουμε από κοινού. Αρκετά με τις ελληνικές "αποκλειστικότητες" (μεγαλείου ή αίσχους).
Σημειωτέον ότι ούτε καν υπαινίχθηκα ότι μόνο στην Ελλάδα στιγματίζονται και αλώνονται οι διάλεκτοι.
Τέλος, δεν κατάλαβα τι εννοείτε ακριβώς με νερά και κρασιά και άλλα εν Κανά θαύματα, νομίζω όμως ότι στο τελευταίο μου σχόλιο ξεκαθάρισα την ήδη από την καταχώριση σαφώς διατυπωμένη άποψή μου.
Τότε, σχολιαστή, να με ενημερώνετε κι εμένα τον ιστολόγο όταν διαβάζετε τέτοιους 'φετφάδες', για να τους στηλιτεύουμε από κοινού. Αρκετά με τις ελληνικές "αποκλειστικότητες" (μεγαλείου ή αίσχους).
Σημειωτέον ότι ούτε καν υπαινίχθηκα ότι μόνο στην Ελλάδα στιγματίζονται και αλώνονται οι διάλεκτοι.
Τέλος, δεν κατάλαβα τι εννοείτε ακριβώς με νερά και κρασιά και άλλα εν Κανά θαύματα, νομίζω όμως ότι στο τελευταίο μου σχόλιο ξεκαθάρισα την ήδη από την καταχώριση σαφώς διατυπωμένη άποψή μου.
Επιστρέφοντας στο ζήτημα του στιγματισμού, φρονώ ότι στην Ελλάδα συμβαίνει το εξής: η διαλεκτοφωνία είναι πολλάκις ικανή συνθήκη για να μετατραπεί ένας χαρακτήρας σε καρικατούρα. Το ότι οι Ροδίτες, οι Κώοι, οι Λέσβιοι, οι Θράκες, οι Κοζανίτες, οι Γιαννιώτες, οι Ναξιώτες ή όποιοι άλλοι, έχουνε ξεφύγει από τους κωμικούς μέχρι στιγμής δεν αποδεικνύει τίποτε, εκτός του ότι αυτές οι ποικιλίες δεν έχουν ακόμα στιγματιστεί στερεοτυπικώς. Άλλωστε ι Τζιμ'ς του Λαζόπουλου ούτε τσαρούχια φόραγε ούτε γκλίτσα κράταγε. Όσο για το από πού είναι η ("ψευδοπατρινιά") Αμαλία, αρκεί να ρωτήσει κανείς οποιονδήποτε πάνω από το αυλάκι: δείγμα της ισχύος των στερεοτύπων. Σε κάθε περίπτωση, στην Ελλάδα, οι διάλεκτοι ανήκουνε σταθερά στον χώρο του (ποικιλοτρόπως) γραφικού, άρα ενίοτε και στο παρελθόν: εδώ 'χωράει' και η 'Τιμή της Αγάπης' της Μαρκετάκη.
Συμφωνώ, ειδικά με τα περί "ικανής συνθήκης". Το αν έχουν ξεφύγει από τους κωμικούς κάτοικοι συγκεκριμένων περιοχών είναι και θέμα "τύχης". Δηλ. ο Λαζόπουλος "έτυχε" να σατιρίσει τον Καρδιτσιώτη, επειδή ο ίδιος κατάγεται από γειτονικό νομό, άρα είναι "άμεσα εμπλεκόμενος". Νομίζω ότι κάτοικοι και άλλων περιοχών διακωμωδούνται, δυνάμει έστω.
Δημοσίευση σχολίου
Συμφωνώ, ειδικά με τα περί "ικανής συνθήκης". Το αν έχουν ξεφύγει από τους κωμικούς κάτοικοι συγκεκριμένων περιοχών είναι και θέμα "τύχης". Δηλ. ο Λαζόπουλος "έτυχε" να σατιρίσει τον Καρδιτσιώτη, επειδή ο ίδιος κατάγεται από γειτονικό νομό, άρα είναι "άμεσα εμπλεκόμενος". Νομίζω ότι κάτοικοι και άλλων περιοχών διακωμωδούνται, δυνάμει έστω.
<< Home