.comment-link {margin-left:.6em;}

22.4.05

 

[Το παιχνίδι με τα στρωσίδια]

Στην helion και στη mor, για τη θεσπέσια αχλύ και την αναψυχή που μας χαρίζουν.

" [...]
Έξω από το παράθυρο µια συννεφιά σαν ξέπλυµα λερωµένο µε άσπρη τέµπερα απλωνόταν και λέρωνε τον λουλακί ουρανό. Δε φαινόταν ούτε ένας ίσκιος έξω από το παράθυρο, µόνον απαλά χρώµατα Vermeer.

Thr

Κατάφερα να σηκωθώ για να βάλω λίγη µουσική, θεόρατη µητέρα στους ουρανούς που κυβερνά / ήλιους και φεγγάρια ηλεκτρικά και ξαναχύθηκα στο κρεβάτι. Άκουγα προσεκτικά, µην έχοντας µε τι άλλο να ασχοληθώ και σιγά-σιγά αναδύονταν µέσα από τη µουσική σούπα τα διάφορα όργανα, σαν καρότα, πατάτες, κρεµµύδια και µανιτάρια ψιλοκοµµένα, η κιθάρα παίζοντας τα δικά της παράλληλα µε το µπουζούκι και κάτι που πρέπει να είναι το πάντοτε άπιαστο µπάσσο. Άπλωσα το χέρι στο γραφείο και πήρα ακόµα ένα µανταρίνι, τα καλά των µικρών δωµατίων. Ωραίο είναι αυτό. Αποκαρωµένη στη γλυκειά νωθρότητα µόνο που δεν αποκοιµήθηκα πάνω στο ωραίο στρωσίδι µου, που το αισθανόµουνα δροσερό εκεί που άγγιζε το δέρµα µου και, όταν ζεσταινόταν, απλώς µετακινούσα λίγο το χέρι ή το πόδι ή τη µέση µου για να απλωθώ προς δροσερές ακόµα επιφάνειές του. Αυτό το παιχνίδι µε τα δροσερά στρωσίδια το παίζω από µικρή, όταν µε άφηναν µόνη µου στα σκιερά δωµάτια τα καλοκαιρινά µεσηµέρια ελπίζοντας πως θα κοιµηθώ για να ησυχάσουνε κι αυτοί. Θυµάµαι το ντιβάνι στο καµαράκι και το πράσινο κάλυµµά του µε σιέλ λαχούρια. Εγώ ξάπλωνα εκεί, βαριεστηµένη περιεργαζόµουνα µε πολλή προσοχή τα λαχούρια ελπίζοντας πως έτσι θα περάσει η ώρα και θα σηκωθούνε οι µεγάλοι για καφέ ή ότι στο µεταξύ θα µε πάρει ο ύπνος. Άπλωνα ταυτόχρονα προσεκτικά τα χέρια και τα πόδια µου ώστε το δέρµα µου να αγγίζει µέρη του στρωσιδιού ανέγγιχτα κι άρα δροσερά µέσα στο πνιγηρό καλοκαίρι. [...]"

φωτογραφία: Γ. Παπακώστας

20.4.05

 

"Classics" revisited...


20000_squid_Nautilus_viewbay
«Κλασική λογοτεχνία για παιδιά και νέους», λέει το εξώφυλλο της Μυστηριώδους Νήσου που χαζεύω στο βιβλιοπωλείο μεσημεριάτικα. Να άλλη μια περίπτωση ανασημασιοδότησης, σαν εκείνα τα ωραία με τον ρομαντισμό που λέγαμε προ καιρού. Χώρια που ο θείος Ιούλιος είναι ο καλύτερος πρόχειρος οδηγός για τις κανονικότητες του ευρωπαϊκού 19ου αιώνα (μαζί με τον Dickens, τον Wells, τον Karl May και άλλους λησμονημένους), είναι και κάτι που υποτίθεται πως δεν επιθυμούμε για «παιδιά και νέους»: ένας βίαιος διδάσκαλος. Ενενηνταεννιά τίγρεις τουφεκίζονται στον Ατσαλένιο Γίγαντα, ενώ περιγράφονται γλαφυρά οι θηριωδίες της Ινδικής Ανταρσίας και από τις δύο πλευρές (σφαγές βρετανών αμάχων και εκτελέσεις Ινδών με κανόνι). Τί λέτε για τα ηλεκτροσόκ στην Αφάνταστη Περιπέτεια; Για τις σκηνές κανιβαλισμού στη Σφίγγα των Πάγων, (αντιγραμμένες έστω από τον Poe); Την πόλη-στρατόπεδο συγκέντρωσης στα 500 εκατομμύρια της Μπεγκούμ; Τους εν ψυχρώ φόνους στον Φάρο στην άκρη του κόσμου; Τις πειρατικές σφαγές στο Αιγαίο στις φλόγες; Τις σκηνές του τορπιλισμού στις (αριστουργηματικές, κατά τα άλλα) 20.000 λεύγες;

Το ζήτημα βέβαια δεν έχει να κάνει με την καταλληλότητα ή μη του Verne ως εφηβικού αναγνώσματος. Άλλωστε δεν θεωρώ ότι τα παιδιά θα εισπράξουν ψυχικά τραύματα από τη λογοτεχνία, αυτά θα τους τα προκαλέσει η τηλεόραση, έτσι κι αλλιώς. Με τη βία ως αφορμή υπενθυμίζω ότι η «Κλασική Λογοτεχνία» έχει γραφτεί για ενήλικες και ως τέτοια οφείλει να αντιμετωπίζεται για να γίνεται κατανοητή στο σωστό context. Απωθώντας την συχνά στον χώρο της παιδικής λογοτεχνίας έχουμε σχεδόν ξεχάσει ότι ο Dickens ασκούσε κριτική στα κοινωνικά δεδομένα, ότι οι δυστοπίες του Wells εμπνέονταν από τις ταξικές συγκρούσεις, ότι ο Verne σκιαγραφούσε τυπικές αστικές συμπεριφορές. Και ότι όλα αυτά δεν ξεκίνησαν ως παιχνίδια.

18.4.05

 

Αιρετοί άρχοντες

Αντιγράφω (από μνήμης) την προσφώνηση του Νομάρχου Θεσσαλονίκης προς μέλη διεθνούς συνεδρίου τα οποία δεξιώθηκε στους ωραιότατους κήπους της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης την περασμένη βδομάδα:
I am obliged to welcome you to Thessaloniki. I hope you are enjoying the Pontian [sic] hospitality.
[Παύση 5'']
If you don't know what 'Pontian' means, look at your history books. Thessaloniki is the most romantic city in the world. If you go down to Tsimiski Street, you will see the most beautiful women. Thank you very much and good work with your conference. [Exit]
Όλοι κοιτούσαν αποπληκτικά, μερικοί προσπαθούσαν όμως να χαζογελάσουνε ταυτόχρονα. Πάντως, για να μη φανώ τελείως διανοούμενο σκουλήκι, ε, ναι: οι Σαλονικιές έχουν ωραία πόδια και ωραιότερο αέρα. Τώρα, όσον αφορά την ορολογία (βλέπε και το τελευταίο ρακασικό σχόλιο αυτής της καταχώρισης), ας μην είμαστε και πλεονέκτες, να 'μαστε και λογικοί...

11.4.05

 

Φραγκοκρατία

Ο Sraosha με τους υποκείμενους φράγκους του μου θύμισε ένα επεισόδιο από την ελληνική επανάσταση, που αναφέρει στις αναμνήσεις του ο Νικόλαος Δραγούμης για την επίσκεψή του στον Πόρο το 1827, και που δύναται να χρησιμεύσει, πιστεύω, εκτός από το να προσδιορίσει ποιοι ήταν οι μεν και ποιοι οι δε, ακόμα και για να λύσει πρόσφατες απορίες του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης:

«Μόλις καθίσαντες περί τον σοφράν, εσφραγίσθημεν, ως έθος, διά του σημείου του σταυρού και η γραία οικοδέσποινα, αποτανθείσα προς εμέ τον κατά Φράγκους ενδεδυμένον,
-Πώ! Ανεφώνησεν, εσύ Φράγκο, κάνει σταυρό;
-Ναι, απεκρίθην, είμαι και εγώ χριστιανός.
Και εσφραγίσθην εκ νέου. Εκείνη δε, δραμούσα εν αληθεί εκστάσει προς την θύραν, ηκούσθη κράζουσα μεγαλοφώνως.
-Μάρω, Μπίλιω, Κονδύλω, Νέζω, ένι τεchiχνι niu Φράγκ che bin κrigne (ελάτε να ιδήτε ένα Φράγκον κάμνοντα τον σταυρόν αυτού).»

[Νικόλαος Δραγούμης, Ιστορικαί Αναμνήσεις, επιμ. Αλκης Αγγέλου, Αθήνα 1973, τ. Α΄, σ. 65].

10.4.05

 

Θέλω να δω τον Πάπα

Αν και δεν είμαι φαν του (και ποιανού είμαι, τέλος πάντων), συνιστώ το κάτωθι άρθρο του Πρετεντέρη από το σημερινό Βήμα (συνυπάρχει με μια μίνι συνέντευξη του Ψωμιάδη στο περιοδικό τους, αλλά μην αρχίσω πάλι την γκρίνια): σαφής, ισορροπημένη και κριτική δημοσιογραφία, με προεκτάσεις κιόλας.

5.4.05

 

Ατελής έπαινος Δημήτρη Παπαϊωάννου

Πέρασε ο καιρός, ασχολούμαστε με όλα όσα ασχολούμαστε (και τα οποία πια δεν θέλω να ξαναπαριθμήσω, ας είναι καλά η τηλεόραση και όσοι μπλογκιστές την αναπαράγουν άνοστα και πειθήνια). Ξαναμίκρυναν όλα, ξαναευτελίστηκαν, μέχρι κι εγώ επαναλαμβάνομαι. Οι συμπαθείς (;) φιγούρες του θεάτρου σκιών (το οποίο κάποιοι επιμένουνε να αναγορεύουν σε εθνικό αρχέτυπο και τοτέμ) πιάνουν όλον τον χώρο που τους δίνεται, όπως τα αέρια.

Απόψε έτρωγα ψαράκι βλέποντας τα 'Αρίων'. Κακώς, μου έχει τώρα στραβοκάτσει. Βλέποντας κάτι παιδιά να αναδύονται από λεκάνες (με περμαγγανάτο; ποιος ξέρει) θυμήθηκα τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, του οποίου το έργο αυτά τα καμωματάκια μάταια απηχούν.

Ελάχιστα έχουμε κατανοήσει το μεγαλείο και ακόμα λιγότερο αισθανθήκαμε την ομορφιά της Τελετής Έναρξης, ή το λοξό χαμόγελο (που λέει κι ο Μπακιρτζής) της Τελετής Λήξης (και τη γενναία, αν και επίσης λοξή, ανάδυση των Ρομά / Τσιγγάνων στη δημόσια συνείδησή μας εξ αιτίας της). Ακόμα λιγότερο μας άγγιξαν. Εγώ πρώτος (από τους πρώτους, τέλος πάντων) είμαι αυτός που αποστρέφεται το μύθευμα της συνέχειας του Ελληνισμού, και δη ως αλυσίδας αδιάσπαστης και όχι ως διαρκούς επανεφεύρεσης. Αλλά μακάρι όσοι το πρεσβεύουν κιόλας αυτό το μύθευμα να μπορούσανε να πλάσουν κάτι από τη ζώσα και μαγευτική ομορφιά που είδανε τα μάτια μας τη 13η Αυγούστου 2004.

Όσες φορές κι αν ξαναδώ την Τελετή Έναρξης, δεν μπορώ να μη μαγευτώ, να μην ταραχτώ, να μην παραλύσει το σαγόνι μου με δέος. Ήταν ένα γεγονός αρθρωμένο από προσωπικές επιλογές, καλλιτεχνικό γεγονός δηλαδή, σε καμμία περίπτωση γενικό κι αόριστο σόου φιεστικών προδιαγραφών: εξ ου και οι ρεμπέτες, ο Έρωτας, οι τυμπανιστές, η έγκυος, το DNA κι άλλα πολλά... Κι ας χλεύαζαν κάποιοι τσιμεντοκέφαλοι πως μας πλάνταξε στα τσαρουχικά γούστα του και τους γκέι εκλεπτυσμούς. Κι ας μην τα πιάσαμε όλοι όλα. Κι ας μην ανέβηκε το ικρίωμα της Μπιορκ.

(Δεν υπάρχει τρόπος να πω με λόγια τι έγινε εκείνη τη βραδιά: Ναι, τζάμπα έκατσα να γράψω απόψε.)

Όπως κατάλαβαν πολλοί, το περιεχόμενο της τελετής ήταν σύνθετο και βαθύ (πόσες φορές έχει συμβεί αυτό σε παρόμοια συμφραζόμενα;). Έστω και αν αυτό το περιεχόμενο ενίοτε με αφήνει αδιάφορο (Κάλλας) ή με βρίσκει εχθρικό (ιστορική συνέχεια). Το ίδιο αδιάφορο ή και εχθρικό βρίσκει κάποιους η ιερά ιστορία του Μπαχ ή οι ποταμοί κόκας των ροκάδων. Το ίδιο αδιάφορο ή και εχθρικό με βρίσκει εμένα το περιεχόμενο του παρακάτω, αντίστοιχης δύναμης και ομορφιάς, αποσπάσματος από τον Κρητικό του Σολωμού. Δεν μπορώ όμως παρά να ταραχτώ και να δακρύσω όποτε το διαβάσω, όπως όταν τύχει να δω λίγη από την Τελετή Έναρξης:


[...]
κι έβλεπα τ' άστρο τ' ουρανού μεσουρανίς να λάμπει
και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι
κι ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθεριάς ελπίδα
κι εφώναζα "ω θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα"
κι άπλωνα κλαίοντας κατ' αυτή τα χέρια με καμάρι
καλή 'ν' η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι.

Είναι ο Παπαϊωάννου ένας Σολωμός του ελληνικού χορού; Γενάρχης αλλά και τελειωτής ταυτόχρονα; Σίγουρα πάντως δύσκολα θα δημιουργηθεί σχολή άξιά του, όπως και στην περίπτωση του κόντε.

Ευχαριστούμε.
 

Portrait of a lady...

"...Σε μια από τις λογοτεχνικές της αποστολές είχε βρεθεί κάπου στα βουνά της Γιούτα για να ξετρυπώσει το κρησφύγετο του Τόμας Πύντσον. Ως γνωστόν, για τους γνώστες, ο Τόμας Πύντσον έχει κρυφτεί εδώ και κάτι δεκαετίες σε μια καλύβα μέσα στα χιόνια με μια παλιά Ρέμινγκτον, γραφομηχανή και όχι καραμπίνα, και απο καιρού εις καιρόν ένα χέρι βγαίνει από το παράθυρό του και παραδίδει σε κάποιον ταχυδρόμο ένα σφραγισμένο φάκελο που περιέχει αυτό που οι λογοτεχνικοί κριτικοί αργότερα καλούν ομόφωνα «το τελευταίο του αριστούργημα». Στο ενδιάμεσο είναι άφαντος και κανείς δεν ξέρει πως είναι πια γιατί έχει να φωτογραφηθεί κανονικά περίπου σαράντα χρόνια. Ωστόσο, η Αριάγνη, όντας μια λογοτεχνική ακτιβίστρια, είχε υποκλέψει τη διεύθυνση της καλύβας από την ατζέντισσά του στη Νέα Υόρκη, όταν είχε μια προσωρινή δουλειά με τη Vintage ως copy editor, και με το μουλαρίσιο της πείσμα και τα πράσινά της μάτια ισχυριζόταν πως ΕΚΕΙΝΗ θα τη δεχόταν ο δάσκαλος. Μέσα στα αφιλόξενα δάση του βορρά, λοιπόν, τα φαντάσματα των ευσεβών πιονιέρων την έπεισαν τελικά ότι παρά τα αρκουδοτόμαρα που φορούσε δεν θα γλύτωνε τα κρυοπαγήματα και το καλύτερο που είχε να κάνει ήταν να παρατήσει τα literary extreme sports και να αναζητήσει κανένα ζεστό βλαχόμπαρο. Πάνω από μια αχνιστή κούπα καφέ γίγας έβγαλε τα εσώψυχά της σ’ έναν φιλικό ηλικιωμένο ντόπιο που την άκουσε με συμπάθεια και αναστενάζοντας της εξήγησε πως ο Τομ είχε γίνει πια ένας γεροπαράξενος, συχνά πυκνά τον προσκαλούσε σε μπάρμπεκιου κι όταν έφτανε του έπαιρνε τα λουκάνικα και του έκλεινε την πόρτα στα μούτρα. «Παλιά, ήταν πολύ πιο φιλόξενος», κούνησε το κεφάλι του ο παππούς και φεύγοντας για να ψαρέψει πέστροφες στο ποτάμι της άφησε για να την παρηγορήσει ένα δικό του παλιό έργο, The Pitcher in the Rye λεγόταν. Μάλιστα, της υποσχέθηκε να της στείλει ταχυδρομικά και τη συνέχεια, The Batter in the Rye, αν δεν την είχε κάνει προσάναμμα τον περασμένο χειμώνα. Οι νύχτες ήταν κρύες στη Γιούτα..."

3.4.05

 

Tiny little splinter

Μικρή βόλτα στα '80s με άσχετες αφορμές τον τελευταίο καιρό, μια ρετροσπεκτίβα του Basquiat από το Time, μια περιδιάβαση στα τοπία του William Gibson και του παροντικού μέλλοντός του, μια αναδρομή στα ρεύματα της ηλεκτροπόπ δια χειρός Kraftwerk, μια αναγγελία συναυλίας των Duran Duran, μια ματιά στο δρόμο σε λοφία, κοκοράκια, ζελοειδή χτενίσματα και χρωματικές συγχύσεις κόμης, όλα ως θραύσματα, όλα ανασημασιοδοτημένα, όλα εκτός context. Then again, μουσικά, συναισθηματικά κι αισθητικά όλη τη δεκαετία σαν να συμπυκνώνουν τρεισήμιση bittersweet λεπτά κι ένας στίχος των Pet Shop Boys που μιλάει για ισοτιμίες: "I love you/You pay my rent".

2.4.05

 

Παθητική Σονάτα

Δεν μπορώ να μην αναδημοσιεύσω αυτό:



(Από το Περιγλώσσιο, φυσικά.)

Κοιτάξτε με πόση λιτότητα (με περισσή λιτότητα, θα έλεγα) συγκεφαλαιώνει τον καημό της Ρωμιοσύνης, τα βαθιά και ακατάλυτα συμπλέγματά της, την ανάγκη της να σπρώξει λίγο παραπέρα το οικουμενικό μήνυμά της, τη σχεδόν ορθόδοξη εμμονή της στην ιστορική αλήθεια: όθεν, ae στο 'Graecus' -- φυσικά.

This page is powered by Blogger. Isn't yours?